http://www.ekriti.gr/article/2591/afieroste-liga-lepta-se-mia-istoria-poy-axizei-ton-kopo
αυτή την ιστορία την βρήκα στο facebook, την είχε κάνει ανάρτηση ένας φίλος
Αφιέρωσα λίγα λεπτά και εγώ να τη διαβάσω
Θέλω κι εσύ να αφιερώσεις
Ήθελα αυτή η ανάρτηση η πρώτη της νέας χρονιας
να είναι αυτή η η ιστορία
Ένας παπάς είχε το νου του σε άλλα θέματα και δεν την πρόσeξε.
Αν πρόσεχαν όλοι αυτοί, θα έβλεπαν ότι η γριά δε φορούσε παπούτσια. Περπατούσε ξυπόλητη στον πάγο και το χιόνι. Με τα δυο της χέρια η γριούλα μάζεψε το χωρίς κουμπιά παλτό της στο λαιμό. Φορούσε ένα χρωματιστό φουλάρι στο κεφάλι· σταμάτησε στη στάση σκυφτή και περίμενε το λεωφορείο. Ένας κύριος που κρατούσε μια σοβαρή τσάντα περίμενε κι αυτός στη στάση, αλλά κρατούσε μια απόσταση. Μια κοπέλα περίμενε κι αυτή, κοίταξε πολλές φορές τα πόδια της γριούλας, δε μίλησε.
Ήρθε το λεωφορείο και η γριούλα ανέβηκε αργά και με δυσκολία. Κάθισε στο πλαϊνό κάθισμα, αμέσως πίσω από τον οδηγό.
Ο κύριος και η κοπέλα πήγαν βιαστικά προς τα πίσω καθίσματα.
Ο άντρας που καθόταν δίπλα στη γριούλα στριφογύριζε στο κάθισμα κι έπαιζε με τα δάχτυλά του. «Γεροντική άνοια», σκέφτηκε.
Ο οδηγός είδε τα γυμνά πόδια και σκέφτηκε: «Αυτή η γειτονιά βυθίζεται όλο και πιο πολύ στη φτώχεια. Καλύτερα να με βάλουν στην άλλη γραμμή, της λεωφόρου».
Ένα αγοράκι έδειξε τη γριά. «Κοίταξε, μαμά, αυτή η γριούλα είναι ξυπόλυτη». Η μαμά ταράχτηκε και του χτύπησε το χέρι.
«Μη δείχνεις τους ανθρώπους, Αντρέα! Δεν είναι ευγενικό να δείχνεις». «Αυτή θα έχει μεγάλα παιδιά», είπε μια κυρία που φορούσε γούνα. «Τα παιδιά της πρέπει να ντρέπονται».
Αισθάνθηκε ανώτερη, αφού αυτή φρόντισε τη μητέρα της.
Μια δασκάλα στη μέση του λεωφορείου στερέωσε τα δώρα που είχε στα πόδια της. «Δεν πληρώνουμε αρκετούς φόρους, για να αντιμετωπίζονται καταστάσεις σαν αυτές;» είπε σε μια φίλη της που ήταν δίπλα της. «Φταίνε οι δεξιοί», απάντησε η φίλη της.
«Παίρνουν από τους φτωχούς και δίνουν στους πλούσιους».
«Όχι, φταίνε οι άλλοι», μπήκε στη συζήτηση ένας ασπρομάλλης. «Με τα προγράμματα πρόνοιας κάνουν τους πολίτες τεμπέληδες και φτωχούς». «Οι άνθρωποι πρέπει να μάθουν ν’ αποταμιεύουν», είπε ένας άλλος που έμοιαζε μορφωμένος.
«Αν αυτή η γριά αποταμίευε όταν ήταν νέα, δε θα υπέφερε σήμερα». Και όλοι αυτοί ήταν ικανοποιημένοι για την οξύνοιά τους που έβγαλε τέτοια βαθιά ανάλυση.
Αλλ’ ένας έμπορος αισθάνθηκε προσβολή από τις εξ αποστάσεως μουρμούρες των συμπολιτών του. Έβγαλε το πορτοφόλι του και τράβηξε ένα εικοσάρι. Περπάτησε στο διάδρομο και το έβαλε στο τρεμάμενο χέρι της γριούλας. «Πάρε, κυρία, ν’ αγοράσεις παπούτσια». Η γριούλα τον ευχαρίστησε κι εκείνος γύρισε στη θέση του ευχαριστημένος, που ήταν άνθρωπος της δράσης.
Μια καλοντυμένη κυρία τα πρόσeξε όλα αυτά και άρχισε να προσεύχεται από μέσα της. «Κύριε, δεν έχω χρήματα. Αλλά μπορώ ν’ απευθυνθώ σε Σένα. Εσύ έχεις μια λύση για όλα. Όπως κάποτε έριξες το μάννα εξ ουρανού, και τώρα μπορείς να δώσεις ό,τι χρειάζεται η κυρούλα αυτή για τα Χριστούγεννα».
Στην επόμενη στάση ένα παλικάρι μπήκε στο λεωφορείο.
Φορούσε ένα χοντρό μπουφάν, είχε ένα καφέ φουλάρι και ένα μάλλινο καπέλο που κάλυπτε και τα αυτιά του. Ένα καλώδιο συνέδεε το αυτί του με μια συσκευή μουσικής. Ο νέος κουνούσε το σώμα του με τη μουσική που άκουε. Πήγε και κάθισε απέναντι στη γριούλα. Όταν είδε τα ξυπόλυτα πόδια της, το κούνημα σταμάτησε. Πάγωσε. Τα μάτια του πήγαν από τα πόδια της γιαγιάς στα δικά του. Φορούσε ακριβά ολοκαίνουρια παπούτσια. Μάζευε λεφτά αρκετό καιρό για να τα αγοράσει και να κάνει εντύπωση στην παρέα.
Το παλικάρι έσκυψε και άρχισε να λύνει τα παπούτσια του. Έβγαλε τα εντυπωσιακά παπούτσια και τις κάλτσες. Γονάτισε μπροστά στη γριούλα.«Γιαγιά, βλέπω ότι δεν έχεις παπούτσια. Εγώ έχω κι άλλα». Προσεκτικά κι απαλά σήκωσε τα παγωμένα πόδια και της φόρεσε πρώτα τις κάλτσες κι ύστερα τα παπούτσια του. Η γριούλα τον ευχαρίστησε συγκινημένη.
Τότε το λεωφορείο έκανε πάλι στάση. Ο νέος κατέβηκε και προχώρησε ξυπόλυτος στο χιόνι. Οι επιβάτες μαζεύτηκαν στα παράθυρα και τον έβλεπαν καθώς βάδιζε προς το σπίτι του. «Ποιος είναι;», ρώτησε ένας. «Πρέπει να είναι άγιος», είπε κάποιος. «Πρέπει να είναι άγγελος», είπε ένας άλλος. «Κοίτα! Έχει φωτοστέφανο στο κεφάλι!» φώναξε κάποιος. «Είναι ο Χριστός!» είπε η ευσεβής κυρία.
αυτή την ιστορία την βρήκα στο facebook, την είχε κάνει ανάρτηση ένας φίλος
Αφιέρωσα λίγα λεπτά και εγώ να τη διαβάσω
Θέλω κι εσύ να αφιερώσεις
Ήθελα αυτή η ανάρτηση η πρώτη της νέας χρονιας
να είναι αυτή η η ιστορία
Με την πρώτη ματιά έβλεπε κανείς απλώς μια γριούλα.
Έσερνε τα βήματά της στο χιόνι, μόνη, παρατημένη, με σκυμμένο κεφάλι. Όσοι περνούσαν από το πεζοδρόμιο της πόλης αποτραβούσαν το βλέμμα τους, για να μη... θυμηθούν ότι τα βάσανα και οι πόνοι δε σταματούν όταν γιορτάζουμε. Ένα νέο ζευγάρι μιλούσε και γελούσε με τα χέρια γεμάτα από ψώνια και δώρα και δεν πρόσeξαν τη γριούλα. Μια μητέρα με δυο παιδιά βιάζονταν να πάνε στο σπίτι της γιαγιάς. Δεν έδωσαν προσοχή.
Έσερνε τα βήματά της στο χιόνι, μόνη, παρατημένη, με σκυμμένο κεφάλι. Όσοι περνούσαν από το πεζοδρόμιο της πόλης αποτραβούσαν το βλέμμα τους, για να μη... θυμηθούν ότι τα βάσανα και οι πόνοι δε σταματούν όταν γιορτάζουμε. Ένα νέο ζευγάρι μιλούσε και γελούσε με τα χέρια γεμάτα από ψώνια και δώρα και δεν πρόσeξαν τη γριούλα. Μια μητέρα με δυο παιδιά βιάζονταν να πάνε στο σπίτι της γιαγιάς. Δεν έδωσαν προσοχή.
Ένας παπάς είχε το νου του σε άλλα θέματα και δεν την πρόσeξε.
Αν πρόσεχαν όλοι αυτοί, θα έβλεπαν ότι η γριά δε φορούσε παπούτσια. Περπατούσε ξυπόλητη στον πάγο και το χιόνι. Με τα δυο της χέρια η γριούλα μάζεψε το χωρίς κουμπιά παλτό της στο λαιμό. Φορούσε ένα χρωματιστό φουλάρι στο κεφάλι· σταμάτησε στη στάση σκυφτή και περίμενε το λεωφορείο. Ένας κύριος που κρατούσε μια σοβαρή τσάντα περίμενε κι αυτός στη στάση, αλλά κρατούσε μια απόσταση. Μια κοπέλα περίμενε κι αυτή, κοίταξε πολλές φορές τα πόδια της γριούλας, δε μίλησε.
Ήρθε το λεωφορείο και η γριούλα ανέβηκε αργά και με δυσκολία. Κάθισε στο πλαϊνό κάθισμα, αμέσως πίσω από τον οδηγό.
Ο κύριος και η κοπέλα πήγαν βιαστικά προς τα πίσω καθίσματα.
Ο άντρας που καθόταν δίπλα στη γριούλα στριφογύριζε στο κάθισμα κι έπαιζε με τα δάχτυλά του. «Γεροντική άνοια», σκέφτηκε.
Ο οδηγός είδε τα γυμνά πόδια και σκέφτηκε: «Αυτή η γειτονιά βυθίζεται όλο και πιο πολύ στη φτώχεια. Καλύτερα να με βάλουν στην άλλη γραμμή, της λεωφόρου».
Ένα αγοράκι έδειξε τη γριά. «Κοίταξε, μαμά, αυτή η γριούλα είναι ξυπόλυτη». Η μαμά ταράχτηκε και του χτύπησε το χέρι.
«Μη δείχνεις τους ανθρώπους, Αντρέα! Δεν είναι ευγενικό να δείχνεις». «Αυτή θα έχει μεγάλα παιδιά», είπε μια κυρία που φορούσε γούνα. «Τα παιδιά της πρέπει να ντρέπονται».
Αισθάνθηκε ανώτερη, αφού αυτή φρόντισε τη μητέρα της.
Μια δασκάλα στη μέση του λεωφορείου στερέωσε τα δώρα που είχε στα πόδια της. «Δεν πληρώνουμε αρκετούς φόρους, για να αντιμετωπίζονται καταστάσεις σαν αυτές;» είπε σε μια φίλη της που ήταν δίπλα της. «Φταίνε οι δεξιοί», απάντησε η φίλη της.
«Παίρνουν από τους φτωχούς και δίνουν στους πλούσιους».
«Όχι, φταίνε οι άλλοι», μπήκε στη συζήτηση ένας ασπρομάλλης. «Με τα προγράμματα πρόνοιας κάνουν τους πολίτες τεμπέληδες και φτωχούς». «Οι άνθρωποι πρέπει να μάθουν ν’ αποταμιεύουν», είπε ένας άλλος που έμοιαζε μορφωμένος.
«Αν αυτή η γριά αποταμίευε όταν ήταν νέα, δε θα υπέφερε σήμερα». Και όλοι αυτοί ήταν ικανοποιημένοι για την οξύνοιά τους που έβγαλε τέτοια βαθιά ανάλυση.
Αλλ’ ένας έμπορος αισθάνθηκε προσβολή από τις εξ αποστάσεως μουρμούρες των συμπολιτών του. Έβγαλε το πορτοφόλι του και τράβηξε ένα εικοσάρι. Περπάτησε στο διάδρομο και το έβαλε στο τρεμάμενο χέρι της γριούλας. «Πάρε, κυρία, ν’ αγοράσεις παπούτσια». Η γριούλα τον ευχαρίστησε κι εκείνος γύρισε στη θέση του ευχαριστημένος, που ήταν άνθρωπος της δράσης.
Μια καλοντυμένη κυρία τα πρόσeξε όλα αυτά και άρχισε να προσεύχεται από μέσα της. «Κύριε, δεν έχω χρήματα. Αλλά μπορώ ν’ απευθυνθώ σε Σένα. Εσύ έχεις μια λύση για όλα. Όπως κάποτε έριξες το μάννα εξ ουρανού, και τώρα μπορείς να δώσεις ό,τι χρειάζεται η κυρούλα αυτή για τα Χριστούγεννα».
Στην επόμενη στάση ένα παλικάρι μπήκε στο λεωφορείο.
Φορούσε ένα χοντρό μπουφάν, είχε ένα καφέ φουλάρι και ένα μάλλινο καπέλο που κάλυπτε και τα αυτιά του. Ένα καλώδιο συνέδεε το αυτί του με μια συσκευή μουσικής. Ο νέος κουνούσε το σώμα του με τη μουσική που άκουε. Πήγε και κάθισε απέναντι στη γριούλα. Όταν είδε τα ξυπόλυτα πόδια της, το κούνημα σταμάτησε. Πάγωσε. Τα μάτια του πήγαν από τα πόδια της γιαγιάς στα δικά του. Φορούσε ακριβά ολοκαίνουρια παπούτσια. Μάζευε λεφτά αρκετό καιρό για να τα αγοράσει και να κάνει εντύπωση στην παρέα.
Το παλικάρι έσκυψε και άρχισε να λύνει τα παπούτσια του. Έβγαλε τα εντυπωσιακά παπούτσια και τις κάλτσες. Γονάτισε μπροστά στη γριούλα.«Γιαγιά, βλέπω ότι δεν έχεις παπούτσια. Εγώ έχω κι άλλα». Προσεκτικά κι απαλά σήκωσε τα παγωμένα πόδια και της φόρεσε πρώτα τις κάλτσες κι ύστερα τα παπούτσια του. Η γριούλα τον ευχαρίστησε συγκινημένη.
Τότε το λεωφορείο έκανε πάλι στάση. Ο νέος κατέβηκε και προχώρησε ξυπόλυτος στο χιόνι. Οι επιβάτες μαζεύτηκαν στα παράθυρα και τον έβλεπαν καθώς βάδιζε προς το σπίτι του. «Ποιος είναι;», ρώτησε ένας. «Πρέπει να είναι άγιος», είπε κάποιος. «Πρέπει να είναι άγγελος», είπε ένας άλλος. «Κοίτα! Έχει φωτοστέφανο στο κεφάλι!» φώναξε κάποιος. «Είναι ο Χριστός!» είπε η ευσεβής κυρία.
Αλλά το αγοράκι, που είχε δείξει με το δάχτυλο τη γιαγιά, είπε:«Όχι, μαμά τον είδα πολύ καλά. Ήταν ΑΝΘΡΩΠΟΣ…».
Πόσο εύκολα δίνουμε στο "χρέος" μας άφεση;
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυτυχώς υπάρχουν και οι άνθρωποι που τα μάτια ενός παιδιού είδαν!
Γιέ μου ευχαριστώ!
και εγώ σ ευχαριστώ για τα μοναδικά σχόλια
Διαγραφή......
ΑπάντησηΔιαγραφήδεν εχω λογια.....
και εγώ έτσι ένιωσα γιαυτο και το έκανα ανάρτηση ήθελα να υπάρχει μεσα στο μπλογκ
ΔιαγραφήΣτο ίδιο κλίμα σήμερα. Καλή σου μέρα Άνθρωπε.
ΑπάντησηΔιαγραφή"ΤΑ ΑΣΤΕΓΑΣΤΑ ΚΕΡΑΜΙΔΙΑ"
http://pistos-petra.blogspot.gr/2014/01/blog-post_1814.html
(Δεν ξέρω τι συμβαίνει και οι αναρτήσεις των άλλων blogs αργούν πολύ να ανέβουν στο blogroll μου. Είδα τώρα ότι αυτή σου η ανάρτηση είναι χθεσινή, αλλά εμένα εμφανίστηκε μόλις σήμερα)
δεν την βρήκα την ανάρτηση
ΔιαγραφήΑπο λογια ολοι καλοι ειμαστε απο πραξεις ομως λιγοι και αυτοι ειναι οι ανθρωποι που αναφερεται το κειμενο.Ανθρωποι με κεφαλαια γραμματα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλη χρονια φιλε μου οπως εσυ επιθυμεις!
καλη χρονια γάταρε!
Διαγραφήκαι ξέρεις κάτι βοηθώντας στις πράξεις ζωης εθελοντικά αυτά τα 2 χροναι ξέρω πια ότι υπάρχουν πολλοί!
Η τρίχα σηκώθηκε κάγκελο και με έκανε να αναρωτηθώ...πόσο άνθρωπος είμαι εγώ...είμαι...?
ΑπάντησηΔιαγραφήστεφανια σ ευχαρισττω
Διαγραφήμην αναρωτιέσαι
απλα όταν σου δοθεί ευκαιρία να κανεις το καλο
Δεν έχω λόγια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚάτι μου θόλωσε τα μάτια προς το τέλος της ιστορίας.
Χρειάζεται μάλλον να ζήσουμε πολλές ζωές ακόμα πριν γίνουμε ΑΝΘΡΩΠΟΙ!
εσύ τζινζτερ είσαι ήδη ανρθωπος και το ξέρω καλα
ΔιαγραφήΆνθρωπος... πόσο σπανίζει στις μέρες μας, δυστυχώς... Απίστευτη η ιστορία, ευχαριστούμε πολύ που τη μοιράστηκες άσωτε.. Ας γίνει σε όλους μας, οδηγός του μεγαλείου της ανθρωπιάς..
ΑπάντησηΔιαγραφήέτσι είναι, ευχαριστώ για το σχόλιο
ΔιαγραφήNα σαι καλά!
ΑπάντησηΔιαγραφήκαλώς ήρθες να σαι καλα κι εσύ έρχομαι να σε διαβάσω
ΔιαγραφήΚαλησπέρα φίλε μου γλυκέ!πολύ χάρηκα που που σε ξαναβρίσκω..δεν βρίσκω λόγια πως να σου περιγράψω τα συναισθήματα που μου έβγαλε αυτή σου η ανάρτηση!τι μαθήματα και τι''χαστούκια'' δίνει η ανάγνωσή της!ας κάνουμε πράξη το έργο του νεαρού όλοι μας!με πράξη ανταποκρίθηκε και αυτός στο θέαμα που τον συγκλόνισε!!πολλοί λέμε''αχ την φουκαριάρα!!''και ας πονάνε για λίγο με όσα βλέπουν..τώρα όμως δεν φτάνει αυτό!!ήρθε πιά η ώρα να μιλήσουμε με πράξεις..τα λόγια δεν φτάνουν πιά..δεν φτάνουν..να είσαι καλά φίλε μου..την αγάπη μου σου στέλνω,και να τα λέμε..είσαι πολύτιμος!
ΑπάντησηΔιαγραφήκαλησπέρα κι από μένα. πεθαίνω όταν μου γραφουν τέτοια σχόλια
ΔιαγραφήΔεν φτάνει να βουρκώσουν τα μάτια άσωτε μου, πρέπει πολλά να κάνει ο καθένας μέσα του, αν θέλει να λέγεται Άνθρωπος...
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπράβο για την αναδημοσίευση!
ΑΦιλιά πάντα τρυφερά!
Σε καλο σου με εκανες και εκλαψα βραδυατικα
ΑπάντησηΔιαγραφή